• Εκτύπωση

ΕΣΗΕΑ: «Η ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΙΑ»!

Οταν αυτές τις μέρες σε όλη τη χώρα διεξάγεται ένας σκληρός αγώνας από τους εργαζόμενους για την οργάνωση και την επιτυχία της απεργίας την 1η Μάη, κόντρα στα εμπόδια και τις δυσκολίες που συναντούν σε κάθε απεργιακή μάχη (απειλές και τρομοκρατία της εργοδοσίας, διαλυτική δράση του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού), αλλά και στην προσπάθεια της κυβέρνησης να στερήσει αυτήν την ημέρα - σύμβολο για την εργατική τάξη από το πραγματικό της νόημα και περιεχόμενο, υπάρχουν «ενώσεις εργαζομένων» όπως η ΕΣΗΕΑ που, μαζί με την κυβέρνηση και την εργοδοσία, επιμένουν ότι η Πρωτομαγιά δεν είναι απεργία αλλά αργία!

Από παράδοση - που επιβλήθηκε βέβαια κυρίως από τους εργάτες του Τύπου - ποτέ δεν κυκλοφορούν εφημερίδες που να φέρουν ημερομηνία «1η Μάη». Ετσι, έχει δημιουργηθεί προηγούμενο, οι δημοσιογράφοι να μη δουλεύουν την παραμονή της Πρωτομαγιάς, όχι γιατί απεργούν, αλλά γιατί δεν βγαίνουν φύλλα την επόμενη ημέρα. Δουλεύουν όμως πάντα ανήμερα της Πρωτομαγιάς, με τη διαφορά όμως ότι η εργασία γι' αυτήν την ημέρα αμείβεται προσαυξημένη, όπως τις Κυριακές και τις αργίες. Οι εργαζόμενοι στα ηλεκτρονικά ΜΜΕ (δημόσια και ιδιωτικά) εργάζονται πάντα την Πρωτομαγιά και αμείβονται και αυτοί με την ανάλογη προσαύξηση της αργίας.

Ετσι «τιμά» χρόνια τώρα την Πρωτομαγιά η ΕΣΗΕΑ. Το ομολογεί απερίφραστα η ίδια η πλειοψηφία της διοίκησής της και μάλιστα με τον πλέον επίσημο τρόπο και γραπτώς. Επειδή φέτος διαπίστωσε πρόβλημα από τη μεταφορά της «αργίας» για την Τρίτη του Πάσχα, καθώς τα ιδιωτικά ραδιοτηλεοπτικά Μέσα έσπευσαν να δηλώσουν ότι συμμορφώνονται, αυτή η πλειοψηφία θεώρησε απαραίτητο να ζητήσει με έγγραφό της από τον υπουργό Εργασίας, όχι να πάρει πίσω την απόφασή του για μεταφορά της «αργίας», αλλά να εξαιρέσει από αυτήν αυτά τα Μέσα.

Λέει αυτό το έγγραφο, που χωρίς το θέμα να συζητηθεί στο ΔΣ, συνέταξαν και υπέγραψαν ο πρόεδρος και η γραμματέας της ΕΣΗΕΑ, Δ. Τρίμης (ΣΥΡΙΖΑ) και Μ. Αντωνιάδου (ΝΔ): «Κάθε χρόνο η ημέρα της Πρωτομαγιάς παραδοσιακά τιμάται από όλους τους δημοσιογράφους όλων των μέσων ανήμερα την 1η Μαΐου και η αργία (σ.σ. οι υπογραμμίσεις δικές μας) δεν μεταφέρεται. Οι εφημερίδες δηλαδή δεν κυκλοφορούν την Πρωτομαγιά και οι εργαζόμενοι στα ηλεκτρονικά μέσα αργούν την ίδια ημέρα». Και επειδή, όπως λένε οι συντάκτες του, πληροφορήθηκαν ότι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί επικαλούμενοι «την απόφασή σας περί μεταφοράς της αργίας την 7η Μαΐου, με πρωτοφανή τρόπο επιχειρούν να διασπάσουν τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς», αφού ενημερώνουν τον υπουργό ότι έχουν ζητήσει από αυτούς τους σταθμούς «να τηρήσουν την παράδοση, ώστε όλοι οι εργαζόμενοι δημοσιογράφοι όλων των μέσων χωρίς καμιά διάκριση να συμμετάσχουν στην αργία - απεργία» του ζητούν να εκδώσει «αμέσως ερμηνευτική εγκύκλιο με την οποία να εξαιρούνται οι εργαζόμενοι στα ιδιωτικά ΜΜΕ από την υποχρεωτική μεταφορά της αργίας της Πρωτομαγιάς», γιατί «τα ΜΜΕ δεν μπορεί να εξομοιώνονται με τα εμπορικά καταστήματα και τις βιομηχανίες»!..

Αναμφισβήτητα αυτό το έγγραφο αποτελεί ντροπή για κάθε εργαζόμενο δημοσιογράφο. Γιατί, η 1η Μάη δε συμβολίζει μόνο τους μακρόχρονους και σκληρούς αγώνες της εργατικής τάξης σε όλον τον κόσμο, με τους οποίους κατακτήθηκε κάθε εργατικό δικαίωμα, αλλά είναι μια απεργία - μάχη τού σήμερα, ενάντια στην πολιτική που πτωχεύει το λαό και τον ρίχνει στη φτώχεια και την ανεργία. Δεν είναι μόνο μέρα μνήμης και απότισης τιμής σε όλους εκείνους τους εργάτες και τις εργάτριες που θυσιάστηκαν στον αγώνα ενάντια στην ταξική εκμετάλλευση, αλλά μια απεργία - μάχη στο σύγχρονο μεσαίωνα που επιβάλλουν τα μονοπώλια. Και βέβαια δεν είναι «αργία» και «γιορτή των λουλουδιών» όπως χρόνια προσπαθεί να επιβάλλει στη λαϊκή συνείδηση η άρχουσα τάξη, προσπαθώντας να πετύχει εκφυλισμό αυτής της εργατικής γιορτής με το ιστορικό και ταξικό περιεχόμενο που κουβαλάει.

Υποκριτικά τάχα τιμούν την Πρωτομαγιά, αλλά δεν μπορούν να κρύψουν ότι την αντιμετωπίζουν ως μια αργία όπως όλες οι άλλες και ότι κόπτονται μόνο για την προσαύξηση της αμοιβής. Ενα βήμα «φιλεργατικής» στάσης πιο μπροστά η παράταξη ΚΕΔ του Δ. Τσαλαπάτη, υιοθετώντας πλήρως τη μεταφορά της «αργίας» που έκανε ο Βρούτσης, κατηγορεί τον πρόεδρο και τη γραμματέα του ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, γιατί «οι δημοσιογράφοι δεν βγάζουν φύλλα εφημερίδων με ημερομηνία 1η Μαΐου (και συνεπώς δεν δουλεύουν τη Μεγάλη Τρίτη), μας τρώνε όμως, την αργία της Τρίτης του Πάσχα». Ποια εργατική Πρωτομαγιά και κουραφέξαλα. Αργία είναι και το μόνο ζητούμενο είναι να πληρωθεί κανονικά... Και στην ίδια λογική της «κανονικής αμοιβής», αλλά με «αγωνιστικό» προσωπείο η «Συσπείρωση» (ΣΥΡΙΖΑ) ανακοίνωσε ότι «εφόσον ορισμένα ιδιωτικά κανάλια και ραδιόφωνα κάνουν μαγκιές και θέλουν να μεταφέρουν την Πρωτομαγιά στις 7/5/2013» πρέπει να κηρυχτεί «24ωρη απεργία στα συγκεκριμένα ΜΜΕ την 1η Μαΐου».

Το ότι το θέμα της επιστολής προς τον υπουργό Εργασίας συζητήθηκε εκ των υστέρων στο ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, όπου βέβαια το περιεχόμενό της το υιοθέτησαν όλες οι άλλες παρατάξεις εκτός από τη «Δημοσιογραφική Συνεργασία» που το κατήγγειλε, ενώ απέρριψαν (πλην της «Πρωτοβουλίας για την Ανατροπή») την πρόταση της για κήρυξη απεργίας την παραμονή της Πρωτομαγιάς στις εφημερίδες και ανήμερα στα ραδιοτηλεοπτικά Μέσα, είναι άλλη μια απόδειξη του αντιδραστικού, αρνητικού για τα πραγματικά συμφέροντα των εργαζόμενων δημοσιογράφων, συσχετισμού στο ΔΣ της ΕΣΗΕΑ.

Κυριαρχούν οι δυνάμεις που βρίσκονται στην απέναντι όχθη από τους εργαζόμενους δημοσιογράφους, αυτούς που βιώνουν καθημερινά ό,τι η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα, και οι οποίοι είναι οι περισσότεροι.

Που προστατεύουν τα συμφέροντα των λιγότερων αλλά των «ισχυρότερων» στο σύστημα της ενημέρωσης.

Που καλλιεργούν και συντηρούν το συντεχνιασμό, την τακτική της αναζήτησης λύσεων με επαφές στα υπουργικά και πολιτικά γραφεία και τους διαδρόμους, αλλά και τον ελιτισμό («τα ΜΜΕ δεν μπορεί να εξομοιώνονται με τα εμπορικά καταστήματα και τις βιομηχανίες» λένε ξεδιάντροπα).

Που, παραβιάζοντας ακόμη και το ίδιο το καταστατικό, κρατούν στους κόλπους της ΕΣΗΕΑ εκδότες και επιχειρηματίες του Τύπου και διευθυντικά στελέχη, ενώ την ίδια ώρα κλείνουν κατάμουτρα την πόρτα σε εκατοντάδες που αναγκάζονται να δουλεύουν ως «μπλοκάκηδες» σε εφημερίδες και σταθμούς, αλλά και στα διαδικτυακά Μέσα.

Που, κάτω από το βάρος των προβλημάτων (τα τελευταία χρόνια έχουν πάρει εκρηκτικές διαστάσεις με τις χιλιάδες απολύσεις, τις μειώσεις μισθών πάνω από 30% και την κατάργηση δικαιωμάτων και κατακτήσεων), αλλά και των αγωνιστικών διαθέσεων που εκφράζονται «από τα κάτω», αναγκάζονται να αποφασίζουν αποσπασματικές κινητοποιήσεις, φροντίζοντας όμως πάντα να τις απογυμνώνουν από κάθε ουσιαστικό περιεχόμενο και προοπτική, να τις υπονομεύουν, να τις οδηγούν σε ήττες, να κατηγορούν τους εργαζόμενους δημοσιογράφους ότι τάχα δε θέλουν να αγωνίζονται.

Που πάνω απ' όλα και κυρίως στέκονται δίπλα στους κεφαλαιοκράτες ιδιοκτήτες των αστικών (ιδιωτικών και κρατικών) ΜΜΕ, που αποπροσανατολίζουν το λαό, εξαπατούν και γενικά προσπαθούν να χειραγωγήσουν τη λαϊκή οργή και αγανάκτηση, να την περιορίσουν σε ανώδυνα για το κεφάλαιο και την εξουσία του πλαίσια. Και τους στηρίζουν στο νέο μοντέλο που προωθούν στην ενημέρωση, με συγκέντρωση των Μέσων (εφημερίδων και σταθμών), που θα σημάνει τη βίαιη εξώθηση μιας ακόμη μεγάλης μερίδας εργαζομένων, όχι απλά στην ανεργία, αλλά εκτός επαγγέλματος, αλλά και την αντικατάσταση της μισθωτής εργασίας με τη σχέση «ελευθεροεπαγγελματία» με «μπλοκάκι».

Τα αστικά ΜΜΕ, ανεξάρτητα από ανακατατάξεις μεταξύ τους (άλλα έκλεισαν και θα κλείσουν, άλλα θα διασωθούν, κάποια γιγαντωμένα, κάποια συρρικνωμένα, μαζί και με νέα που στήθηκαν και θα στηθούν) θα εξακολουθούν να υπάρχουν. Ομως, επιφυλάσσουν για τη μεγάλη πλειονότητα των εργαζόμενων σε αυτές τις επιχειρήσεις τη ζωή του σκλάβου του 21ου αιώνα.

Η πλειονότητα των μισθωτών δημοσιογράφων βιώνουν καθημερινά ό,τι η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα. Συμφέρον τους είναι άμεσα, το συντομότερο δυνατόν να απαλλαγούν, να πάρουν διαζύγιο από τις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες. Σε διαφορετική περίπτωση θα γνωρίζουν μόνο μια συνταγή: τη συνταγή της ήττας!

Μπορούν να αξιοποιήσουν τις εκλογές και να αλλάξουν τώρα το συσχετισμό στο ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, ώστε να ισχυροποιηθεί ο ταξικός πόλος, να επιβληθεί η αγωνιστική ανασυγκρότηση της ΕΣΗΕΑ, να γίνει η «Ενωση των εργαζόμενων δημοσιογράφων».