ΕΚΛΟΓΕΣ ΕΣΗΕΑ

ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΤΑΞΕΩΝ

Μα τι είναι επιτέλους αυτή η καπιταλιστική οικονομική κρίση και ποιος είναι αυτός ο ανταγωνισμός των μονοπωλίων που όσο οξύνεται τόσα δεινά προμηνύει, όπως τονίζεται στη διακήρυξη της «Δημοσιογραφικής Συνεργασίας» στην οποία συσπειρώνονται και δυνάμεις του ΠΑΜΕ Τύπου & ΜΜΕ.

Η καπιταλιστική οικονομική κρίση δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό που βιώνει και περιγράφει το «κατώτερο πλήρωμα» των αστικών ΜΜΕ.

Στις λέξεις «καπιταλιστική οικονομική κρίση» συμπυκνώνονται οι εκατομμύρια λέξεις που γράψαμε, μεταδώσαμε και αναλύσαμε ως εργαζόμενοι δημοσιογράφοι που επί ώρες -μέρες και νύχτες- «ξεροσταλιάσαμε» έξω από το Μαξίμου, τα υπουργεία, τις συσκέψεις, τα «πηγαδάκια» και το Περιστύλιο της Βουλής.

Σε αυτές τις λέξεις συμπυκνώνονται όσα «είδαμε» οι δημοσιογράφοι του ελεύθερου ρεπορτάζ, περιδιαβαίνοντας τις φτωχογειτονιές των πόλεων.

Στις λέξεις «καπιταλιστική οικονομική κρίση», όμως συμπυκνώνονται και όσα τα «κατώτερα πληρώματα» είδαν και άκουσαν, όμως χωρίς δική τους ευθύνη, δεν έγραψαν, δεν είπαν και δεν ανέλυσαν ή απλά τα προσπέρασαν και πάλι χωρίς δική τους ευθύνη... Π.χ. πόσα ειπώθηκαν για τα εκατοντάδες εργοστάσια που έκλεισαν οι ιδιοκτήτες τους και τα μετέφεραν αλλού, όπου το μεροκάματο είναι φθηνότερο;,

Αλλά και στις λέξεις «ανταγωνισμός των μονοπωλίων που οξύνεται» συμπυκνώνονται όσα, πάλι εμείς περιγράφαμε, αλλά ως «πείσμα» της Μέρκελ, ως «ασυνεννοησία» και «έλλειψη αλληλεγγύης στην ΕΕ» και ως «αγωνία» για τις «διαπραγματεύσεις» της «Ελλάδας».

Ταυτόχρονα βιώνουμε μια αντίφαση: Γράφουμε και μιλάμε «ουδέτερα» για «μέτρα» και «ανάγκη προσαρμογής» τα οποία και εμείς όπως και όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι πληρώνουμε πρώτοι.

Γιατί άραγε η «Δημοσιογραφική Συνεργασία» προτάσσει στην διακήρυξή της την καπιταλιστική οικονομική κρίση και τον ανταγωνισμό των μονοπωλίων ως τις αιτίες της κρίσης;

Διότι αν ξεκινήσουμε από αυτούς τους «συμπυκνωμένους» όρους, ούτε το Μνημόνιο, ούτε η πολιτική της Τρόικας (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), ούτε όσα συμβαίνουν και στον κλάδο και στο «ευγενές» Ταμείο μας, θα φαίνονται «ακατανόητα», «παράλογα» ή «αποτυχημένα».

Διότι αν ξεκινήσουμε από αυτούς τους «συμπυκνωμένους όρους», θα μπορέσουμε να διακρίνουμε την αιτία που ο «προνομιούχος» (;) κλάδος μας, δέχεται τέτοια στραπάτσα.

Θα μπορέσουμε επίσης να διακρίνουμε και πόσοι άλλοι «κλάδοι» δέχθηκαν αντίστοιχα στραπάτσα, θα μπορέσουμε να διακρίνουμε ότι η συντονισμένη επίθεση ενάντια στον κόσμο της δουλειάς, είναι αυτή που τον υποχρεώνει να συντονίσει τη δική του αναγκαία ενιαία άμυνα και αντεπίθεση.

Θα διακρίνουμε επίσης ότι αυτό που βιώνουμε και περιγράφουμε ως «άδικο» ή «παράλογο» δεν είναι καθόλου τέτοιο. Είναι απολύτως «λογικό» και «δίκαιο» από τη σκοπιά του κεφαλαίου. Ετσι προσπαθεί να ξεπεράσει την κρίση...

Κι αν αυτό ακούγεται παράξενο, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε πως και ο κόσμος της δουλειάς έχει κι αυτός «λογική» και «δίκιο».

Συγκρούονται λοιπόν δύο «δίκια» και δύο «λογικές» και όταν συμβαίνει αυτό: ή θα υπερισχύσει το κεφάλαιο και οι σύμμαχοί του ή θα υπερισχύσει η κοινωνική συμμαχία του κόσμου της δουλειάς.

Και αυτή η σύγκρουση είναι τόσο σφοδρή, και το ταξικό συμφέρον χρήζει τόσο ζωτικής υπεράσπισης, που η πλευρά του κεφαλαίου δε διστάζει να διαρρήξει τις σχέσεις της ακόμα και με «παραδοσιακούς» συμμάχους της ή με «κλάδους» που έχει συμφέρον να τα «έχει καλά» μαζί τους.

«Ξετυλίγοντας το κουβάρι» έτσι, θα μπορέσουμε να προσανατολιστούμε στο τι κίνημα και τι αγώνες χρειάζονται σήμερα οι εργαζόμενοι δημοσιογράφοι και με ποια κοινωνική τάξη έχουν συμφέρον να συμμαχήσουν, γιατί «όλοι μαζί» δε θα βγούμε από την κρίση.

Στον αντίποδα του ζητήματος και του τρόπου που το θέτει η «Δημοσιογραφική Συνεργασία» αντιπαρατίθενται, όπως είναι φυσικό, άλλες αντιλήψεις.

Από τη μια η «Συσπείρωση» στη διακήρυξή της ανακηρύσσει ως αιτία όλων των δεινών, (και) του κλάδου, το Μνημόνιο, προτείνοντας ως μονόδρομο «για τον κλάδο και όλη την κοινωνία» το «προγραμματικό της αντι-μνημόνιο που σημαίνει ανατροπή του Μνημονίου».

Εάν με τη λέξη «κοινωνία» η «Συσπείρωση» εννοεί την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και την πλειοψηφία των εργαζόμενων δημοσιογράφων, γιατί δε χρησιμοποιεί αυτούς τους πολύ πιο συγκεκριμένους όρους;

Επιπλέον αυτοί είναι και οι μόνοι που έχουν κάθε συμφέρον από την ανατροπή των Μνημονίων, της πολιτικής που τα χρησιμοποιεί ως εργαλεία για τη διαχείριση της κρίσης σε βάρος τους και των αιτιών που γεννούν και τα Μνημόνια και τις πολιτικές αυτές.

Αλλά, δεύτερον, έτσι όπως τοποθετείται ο όρος «κοινωνία» δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής της πλειοψηφίας των εργαζόμενων δημοσιογράφων ότι ένα τμήμα της για το οποίο είναι «μονόδρομος (μόνο) η κατάργηση του Μνημονίου» αποτελείται και από καπιταλιστές - επιχειρηματίες «αντιμνημονιακούς», οι οποίοι επιλέγουν αυτήν τη στάση για δικούς τους λόγους - από την απειλή και της δικής τους καταστροφής από ισχυρότερους μονοπωλιακούς ομίλους, έως άλλου είδους επιλογές, που πάντως δεν έχουν τίποτα κοινό με τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Η εμφάνιση του Μνημονίου και όχι της καπιταλιστικής κρίσης ως αιτίας των δεινών δεν απαντά στο γιατί τα ίδια μέτρα εφαρμόζονται σε βάρος της εργατικής τάξης και εκατομμυρίων άλλων εργαζομένων σε χώρες που δεν έχουν Μνημόνιο.

Μια τέτοια αντίληψη θεωρεί, τελικά, πως η κρίση θα ξεπεραστεί με «ενωμένους» αυτούς που αντικειμενικά - ασχέτως αν το συνειδητοποιούν και ασχέτως προθέσεων - είναι αντιτιθέμενοι.

Η «Συσπείρωση» επίσης διακηρύσσει την ανακάλυψη εκ νέου της «χαράς της είδησης έναντι κατευθυνόμενων διαρροών και δελτίων Τύπου».

Οσο κι αν το φαινόμενο αυτό, που πυκνώνει, είναι εξοργιστικό και προκλητικό, δεν πρέπει να διαφεύγει από την προσοχή μας ότι ο Τύπος αποτελεί σοβαρό ιδεολογικό όπλο των αντίπαλων τάξεων.

Ξεπερνώντας τους συναισθηματισμούς και τη δίκαιη οργή, εμείς οι δημοσιογράφοι πρέπει να σκεφθούμε βαθύτερα, φθάνοντας ως τη διαπίστωση ότι δεν υπάρχει «ουδέτερος» Τύπος, αλλά ταξικά προσανατολισμένος. Το ζήτημα είναι με ποια τάξη;

Σε ό,τι αφορά τις διακηρύξεις των «Ενωμένων Δημοσιογράφων» και των «Δημοσιογράφων για τη Δημοσιογραφία» και οι δυο κινούνται στην κατεύθυνση του «υπεύθυνου» κλάδου, σε αντίθεση με τους «ανεύθυνους;» που «ακολουθώντας παλιομοδίτικα παραδείγματα της Μεταπολίτευσης» («Ενωμένοι Δημοσιογράφοι»), επιλέγουν τις απεργίες («Δημοσιογράφοι για τη Δημοσιογραφία») ως διέξοδο στα αδιέξοδά τους.

Αυτές οι μομφές, αν και απευθύνονται στο προεδρεύον σχήμα της ΕΣΗΕΑ, αντανακλούν τη βαθύτερη αντίληψη που επιλέγει αντί των αγώνων, τις «υπεύθυνες διαπραγματεύσεις».

Ακριβώς αυτή η λογική του «έξω από τάξεις» κλάδου, δεν μπορεί να εξηγήσει ούτε μια σειρά «παράλογων» αποφάσεων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα δημόσια ΜΜΕ, ούτε το γεγονός γιατί κι αυτές οι αποφάσεις και άλλες δεν απετράπησαν από τις «συνεννοήσεις» με τους «συνάδελφους, δημοσιογράφους - βουλευτές».

Οι απεργίες και οι αγώνες δεν είναι αδιέξοδο, αντίθετα συνιστούν τη μόνη διέξοδο.

Το ζήτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσει ο κάθε εργαζόμενος δημοσιογράφος και με την ψήφο του στις εκλογές της ΕΣΗΕΑ είναι τι αγώνες και τι κίνημα θέλει.

Στις προτάσεις της «Δημοσιογραφικής Συνεργασίας» βρίσκεται η ελπίδα και η προοπτική, ώστε το κίνημά μας, σε συμμαχία με το εργατικό κίνημα, που περιμένει πολλά από μας, να πάει μπροστά.

 

Γιώργος ΜΗΛΙΩΝΗΣ
υποψήφιος της «Δημοσιογραφικής Συνεργασίας» στις εκλογές της ΕΣΗΕΑ